Βροχή, αστραπές και βροντές ταράζουν την αποψινή νύχτα.
Η καταιγίδα χτυπά δίχως έλεος το ξύλινο καλυβάκι μου. Οι κορφές του
Χολομώ-ντα
φεγγοβολούν από τις συχνές αστραπές. Τα λαγκάδια κ’ οι βουνοπλαγιές μετα-φέρουν
έντονα τον ήχο των κραυγών τ’ ουρανού.
Κάθομαι στο γραφείο μου κι απ’ το παράθυρο θαυμάζω τα μεγαλεία του Θεού!
Ωστόσο δε μπορεί να ησυχάσει ο πόνος της ψυχής μου για την κατάντια μας, την κα-τάντια
της πολύκλαυστης Πατρίδας μου.
Μα ο μεγαλύτερος πόνος έρχεται από μια σιωπή!
Μια σιωπή που δεν μπορώ να ερμηνεύσω.
Μια σιωπή που ίσως δεν θέλω ν’ ακουμπήσω γιατί φοβάμαι πως θα γιγαντωθεί ο
πόνος μου.
Είναι η σιωπή της μάνας μου, της μάνας μου διοικούσας Εκκλησίας! Είναι η σιω-πή
των περισσοτέρων πατέρων μου, των Επισκόπων! Είναι μια σιωπή που με πληγώ-νει και
με αχρηστεύει.
Θέλω τη μάνα μου να βγει μπροστά όπως έκανε τόσους αιώνες. Να δώσει το
έναυσμα του αγώνα, πρώτα για μετάνοια και πνευματική ζωή κι έπειτα για αντί-σταση στις
πάσης φύσεως εκτροπές και αφορμές. Να βροντοφωνάξει «Φτάνει! Ως εδώ!» Έτσι είχα
μάθει. Έτσι διαβάζω στα συναξάρια των Πατέρων μου. Έτσι άκουγα από τον Γέροντα
παπα-Ειρηναίο.
Το μικρό μου ποίμνιο στην αρχοντική Αρναία, όπως κάνει εκατοντάδες χρόνια τώρα,
με κοιτά στα μάτια γεμάτο αγωνία και προσμονή. Περιμένει!
Θεέ μου! Τι να του πω;
Για γιορτές και πανηγύρια; Για πληθώρα στολισμένων αρχιερέων και αρχιμαν-δριτών
που κάνουμε τις γλάστρες στον σολέα των Ναών μας; Για το πού έκανα τα άμφια και τα
στολίδια μου; Για το τι έβαλα την Κυριακή ή για το πόσα πνευματικοπαί-δια έχω; Για
υποδοχές Ιερών Εικόνων και Σταυρούς; Για αδελφούς μου θαυματοποι-ούς; Για
μεγαλόπνοα σχέδια και ιδέες; Για κονδύλια και προγράμματα; Για διενέξεις, τίνος είναι τα
κτήματα και οι ιδιοκτησίες; Για υπακοή στους καθ΄ ύλην αρμόδιους, να χειριστούν τα εθνικά
μας ζητήματα; Για δήθεν σύνεση, εθνική συναίνεση, συνεννόη-ση και ομοψυχία;
Τι να του πω;
Τα παιδιά μου περιμένουν να πάρουν θάρρος από μένα, τον πατέρα τους. Τι να
τους πω; Περιμένουν να μπω μπροστά και να τους δείξω τον δρόμο. Τι να τους πω;
Η σιωπή αυτή της μάνας, πονάει.
Που ‘ναι η μάνα μου διοικούσα Εκκλησία την ώρα που αποκαλούν, αδιάκριτα και
συστηματικά, τα παιδιά μου, που αγαπούν άδολα την Πατρίδα μας και αγωνί-ζονται γι’
αυτή, «φασίστες», «μισαλλόδοξους» και «επαγγελματίες πατριώτες»;
Που ‘ναι η μάνα μου διοικούσα Εκκλησία να σταθεί και να κρατήσει το χέρι των
παιδιών μου την ώρα που δακρυγόνα πέφτουν ανάμεσα τους, στα ειρηνικά καθημερι-νά
συλλαλητήρια στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες πόλεις;
Που ‘ναι η μάνα μου διοικούσα Εκκλησία να μπει μπροστά στα ΜΑΤ και να
προστατεύσει τα παιδιά μου;
Που ‘ναι η μάνα μου διοικούσα Εκκλησία να νιώσει τον παλμό, τη ζέση και την
αγωνία των παιδιών μου την ώρα που τραγουδούν, με μιά φωνή, το «Μακεδονία ξα-
κουστή» και να γευτεί τα δάκρυα που κυλούν στα μάτια τους;
Που ‘ναι η μάνα μου διοικούσα Εκκλησία να δει και να αφουγκραστεί τον καημό και
τον πόνο εκατοντάδων αδελφών μου ιερέων και μοναχών που αισθανόμαστε μό-νοι κ’
έρημοι;
Τα πάντα γύρω μας τρέμουν κι εμείς έχουμε μεσάνυχτα, βυθισμένοι σ’ ένα τρε-λό
όνειρο και ντυμένοι μ’ ένα ανόητο ψεύτικο χαμόγελο να ποζάρουμε στους φωτο-γράφους
που μας περιτριγυρίζουν.
Το ποίμνιό μας σε λίγο δε θα θέλει να μας δει! Δε θα θέλει να μας ακούσει! Θα
αισθάνεται πως το προδώσαμε, το πουλήσαμε, το χρησιμοποιήσαμε.
Μα τότε θα ‘ναι πολύ αργά!!!
Τότε θα μείνουμε μόνοι μας να ψάχνουμε ποιος μας φταίει!
Κι όλα αυτά γιατί;
Γιατί αγαπήσαμε περισσότερο την δόξα των ανθρώπων παρά την αλήθεια και την
δόξα του Θεού.
Γιατί αφήσαμε τον συγκριτισμό, τη μασονία και τον οικουμενισμό να πειράξουν τη
ζωή, το ήθος, την παιδεία και την πίστη μας.
Γιατί αφήνουμε τον προδοτικό συρφερτό των ραγιαδιζόντων εθνομηδενιστών
πολιτικάντηδων να μας χρησιμοποιεί, να ξεπουλά και να ισοπεδώνει τα πάντα με τη δική
μας αχνή, ασθενική, ίσως και ανύπαρκτη αντίσταση.
Γιατί η φωνή μας, αλλοίμονο!, γίνεται μαγκούρα (στήριγμα) των προσκυνημέ-νων
κάθε κομματικού χρώματος.
Γιατί πολλοί από εμάς, τρις αλλοίμονο!!!, επιλέξαμε να είμαστε καριερίστες κι όχι
Πατέρες.
Βεβαίως, δεν χάθηκε το πάν. Ανθρωπίνως ναι, χάθηκαν πολλά και ίσως χαθούν
περισσότερα! Αλλά «γνώτε έθνη και ηττάσθε, ότι μεθ’ ημών ο Θεός»!
Αυτό βάζω στο νου μου και δεν απογοητεύομαι!
Πάντοτε υπάρχει ελπίδα, αφού υπάρχει ο Χριστός. Και «ει ο Θεός μεθ’ ημών ουδείς
καθ’ ημών»!
Αρκεί μετανοούντες να ανήκουμε σ’ Εκείνον!
Ο αγώνας άρχισε και οφείλουμε να σταθούμε στα ίχνη των Αγίων μας Πατέ-ρων.
Έστω κι ένας παπάς να μείνει στα χώματα της Ελληνικότατης Μακεδονίας μας θα
κηρύττει πάντοτε «Χριστό και Ελλάδα».
Εις πείσμα των καιρών! Εις πείσμα των πολλών! Εις πείσμα της σιωπής!
Αρχιμ. Παΐσιος Σουλτανικάς
Αρναία Χαλκιδικής
5 Ιουλίου 2018
Read more: http://ergoliptesxalkidikis.blogspot.com/2018/07/blog-post_36.html#ixzz5Kez5fHpq
Η καταιγίδα χτυπά δίχως έλεος το ξύλινο καλυβάκι μου. Οι κορφές του
Χολομώ-ντα
φεγγοβολούν από τις συχνές αστραπές. Τα λαγκάδια κ’ οι βουνοπλαγιές μετα-φέρουν
έντονα τον ήχο των κραυγών τ’ ουρανού.
Κάθομαι στο γραφείο μου κι απ’ το παράθυρο θαυμάζω τα μεγαλεία του Θεού!
Ωστόσο δε μπορεί να ησυχάσει ο πόνος της ψυχής μου για την κατάντια μας, την κα-τάντια
της πολύκλαυστης Πατρίδας μου.
Μα ο μεγαλύτερος πόνος έρχεται από μια σιωπή!
Μια σιωπή που δεν μπορώ να ερμηνεύσω.
Μια σιωπή που ίσως δεν θέλω ν’ ακουμπήσω γιατί φοβάμαι πως θα γιγαντωθεί ο
πόνος μου.
Είναι η σιωπή της μάνας μου, της μάνας μου διοικούσας Εκκλησίας! Είναι η σιω-πή
των περισσοτέρων πατέρων μου, των Επισκόπων! Είναι μια σιωπή που με πληγώ-νει και
με αχρηστεύει.
Θέλω τη μάνα μου να βγει μπροστά όπως έκανε τόσους αιώνες. Να δώσει το
έναυσμα του αγώνα, πρώτα για μετάνοια και πνευματική ζωή κι έπειτα για αντί-σταση στις
πάσης φύσεως εκτροπές και αφορμές. Να βροντοφωνάξει «Φτάνει! Ως εδώ!» Έτσι είχα
μάθει. Έτσι διαβάζω στα συναξάρια των Πατέρων μου. Έτσι άκουγα από τον Γέροντα
παπα-Ειρηναίο.
Το μικρό μου ποίμνιο στην αρχοντική Αρναία, όπως κάνει εκατοντάδες χρόνια τώρα,
με κοιτά στα μάτια γεμάτο αγωνία και προσμονή. Περιμένει!
Θεέ μου! Τι να του πω;
Για γιορτές και πανηγύρια; Για πληθώρα στολισμένων αρχιερέων και αρχιμαν-δριτών
που κάνουμε τις γλάστρες στον σολέα των Ναών μας; Για το πού έκανα τα άμφια και τα
στολίδια μου; Για το τι έβαλα την Κυριακή ή για το πόσα πνευματικοπαί-δια έχω; Για
υποδοχές Ιερών Εικόνων και Σταυρούς; Για αδελφούς μου θαυματοποι-ούς; Για
μεγαλόπνοα σχέδια και ιδέες; Για κονδύλια και προγράμματα; Για διενέξεις, τίνος είναι τα
κτήματα και οι ιδιοκτησίες; Για υπακοή στους καθ΄ ύλην αρμόδιους, να χειριστούν τα εθνικά
μας ζητήματα; Για δήθεν σύνεση, εθνική συναίνεση, συνεννόη-ση και ομοψυχία;
Τι να του πω;
Τα παιδιά μου περιμένουν να πάρουν θάρρος από μένα, τον πατέρα τους. Τι να
τους πω; Περιμένουν να μπω μπροστά και να τους δείξω τον δρόμο. Τι να τους πω;
Η σιωπή αυτή της μάνας, πονάει.
Που ‘ναι η μάνα μου διοικούσα Εκκλησία την ώρα που αποκαλούν, αδιάκριτα και
συστηματικά, τα παιδιά μου, που αγαπούν άδολα την Πατρίδα μας και αγωνί-ζονται γι’
αυτή, «φασίστες», «μισαλλόδοξους» και «επαγγελματίες πατριώτες»;
Που ‘ναι η μάνα μου διοικούσα Εκκλησία να σταθεί και να κρατήσει το χέρι των
παιδιών μου την ώρα που δακρυγόνα πέφτουν ανάμεσα τους, στα ειρηνικά καθημερι-νά
συλλαλητήρια στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες πόλεις;
Που ‘ναι η μάνα μου διοικούσα Εκκλησία να μπει μπροστά στα ΜΑΤ και να
προστατεύσει τα παιδιά μου;
Που ‘ναι η μάνα μου διοικούσα Εκκλησία να νιώσει τον παλμό, τη ζέση και την
αγωνία των παιδιών μου την ώρα που τραγουδούν, με μιά φωνή, το «Μακεδονία ξα-
κουστή» και να γευτεί τα δάκρυα που κυλούν στα μάτια τους;
Που ‘ναι η μάνα μου διοικούσα Εκκλησία να δει και να αφουγκραστεί τον καημό και
τον πόνο εκατοντάδων αδελφών μου ιερέων και μοναχών που αισθανόμαστε μό-νοι κ’
έρημοι;
Τα πάντα γύρω μας τρέμουν κι εμείς έχουμε μεσάνυχτα, βυθισμένοι σ’ ένα τρε-λό
όνειρο και ντυμένοι μ’ ένα ανόητο ψεύτικο χαμόγελο να ποζάρουμε στους φωτο-γράφους
που μας περιτριγυρίζουν.
Το ποίμνιό μας σε λίγο δε θα θέλει να μας δει! Δε θα θέλει να μας ακούσει! Θα
αισθάνεται πως το προδώσαμε, το πουλήσαμε, το χρησιμοποιήσαμε.
Μα τότε θα ‘ναι πολύ αργά!!!
Τότε θα μείνουμε μόνοι μας να ψάχνουμε ποιος μας φταίει!
Κι όλα αυτά γιατί;
Γιατί αγαπήσαμε περισσότερο την δόξα των ανθρώπων παρά την αλήθεια και την
δόξα του Θεού.
Γιατί αφήσαμε τον συγκριτισμό, τη μασονία και τον οικουμενισμό να πειράξουν τη
ζωή, το ήθος, την παιδεία και την πίστη μας.
Γιατί αφήνουμε τον προδοτικό συρφερτό των ραγιαδιζόντων εθνομηδενιστών
πολιτικάντηδων να μας χρησιμοποιεί, να ξεπουλά και να ισοπεδώνει τα πάντα με τη δική
μας αχνή, ασθενική, ίσως και ανύπαρκτη αντίσταση.
Γιατί η φωνή μας, αλλοίμονο!, γίνεται μαγκούρα (στήριγμα) των προσκυνημέ-νων
κάθε κομματικού χρώματος.
Γιατί πολλοί από εμάς, τρις αλλοίμονο!!!, επιλέξαμε να είμαστε καριερίστες κι όχι
Πατέρες.
Βεβαίως, δεν χάθηκε το πάν. Ανθρωπίνως ναι, χάθηκαν πολλά και ίσως χαθούν
περισσότερα! Αλλά «γνώτε έθνη και ηττάσθε, ότι μεθ’ ημών ο Θεός»!
Αυτό βάζω στο νου μου και δεν απογοητεύομαι!
Πάντοτε υπάρχει ελπίδα, αφού υπάρχει ο Χριστός. Και «ει ο Θεός μεθ’ ημών ουδείς
καθ’ ημών»!
Αρκεί μετανοούντες να ανήκουμε σ’ Εκείνον!
Ο αγώνας άρχισε και οφείλουμε να σταθούμε στα ίχνη των Αγίων μας Πατέ-ρων.
Έστω κι ένας παπάς να μείνει στα χώματα της Ελληνικότατης Μακεδονίας μας θα
κηρύττει πάντοτε «Χριστό και Ελλάδα».
Εις πείσμα των καιρών! Εις πείσμα των πολλών! Εις πείσμα της σιωπής!
Αρχιμ. Παΐσιος Σουλτανικάς
Αρναία Χαλκιδικής
5 Ιουλίου 2018
Read more: http://ergoliptesxalkidikis.blogspot.com/2018/07/blog-post_36.html#ixzz5Kez5fHpq
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου